Αποχαιρετισμός του ήρωα Χαράλαμπου Θεολόγου από τον αδελφό του Νίκο Τάμπα
Εκκλησία Αγίας Σοφίας Στροβόλου, 9 Οκτωβρίου 2010

Αισθάνομαι την ανάγκη να πω λίγα λόγια στον αδελφό μου και ζητώ την επιείκεια και την κατανόησή σας για την αναπόφευκτη συγκίνηση που με διακατέχει.

Βρισκόμαστε μπροστά στα ανευρεθέντα λείψανά σου και ειλικρινά αναρωτιόμαστε αν πρέπει να λυπούμαστε ή όχι. Από τη μια με την έκδοση του πιστοποιητικού θανάτου σου μετά την ταυτοποίηση των λειψάνων εξέλειπε και η ελάχιστη έστω απόκρυφη ελπίδα μας να σε ξαναδούμε ζωντανό κι’ αυτό μας προκαλεί αφάνταστη λύπη. Από την άλλη όμως, η ελληνική ιστορία θα σε κατατάξει στο πάνθεο των αθανάτων και θα μπορούμε από σήμερα να σε μνημονεύουμε όπως το θέλει η χριστιανική ορθόδοξη πίστη μας, σαν μόνιμο βάλσαμο στην αιμάσσουσα πληγή, την πίκρα και τη στεναχώρια μας.

Το σώμα σου διαλύθηκε, στα Εξόν συνετέθη, τα οστά σου άντεξαν στο χρόνο, άτακτα θαμμένα στα χωράφια της Λαπήθου, η αδάμαστη όμως παλικαρίσια σου ψυχή  διαισθάνομαι ότι φτερουγίζει ολόγυρά μας, αφουγκραζόμενη το δράμα που βιώνουμε για το χαμό σου, συμβάλλοντας ταυτόχρονα να ξεδιπλώνεται η μνήμη μου στις τελευταίες αξεπέραστες στιγμές και γεγονότα.

Δεν θα ξεχάσω, στον αυλόγυρο της Αγίας Αναστασίας στη Λάπηθο, τις υποψίες σου και τις συμβουλές σου, όταν μου έλεγες, «κάτι δεν πάει καλά βρε αδελφέ. Δεν μπορώ να καταλάβω πως είναι δυνατό να πολεμάμε τους τούρκους που βρίσκονται στον Κεφαλόβρυσο, στον Πεταδάκτυλο  και πίσω μας να είναι η θάλασσα της Αϊρκώτισσας πλημμυρισμένη με τούρκους. Δεν μου αρέσει αυτή η κατάσταση… είναι παρανοϊκό…. Το καλό που σε θέλω να προσέχεις.

Και το μεσημέρι της 6ης Αυγούστου, μετά τη διαταγή για σύμπτυξη και τη διαπίστωση ότι εγκαταλειφθήκαμε περικυκλωμένοι στη Λάπηθο, δεν θα ξεχάσω την αντίδραση της Λοκατζίτικης ταυτότητάς σου στην ιδέα που κάποια παιδιά είχαν για να παραδοθούμε. «Εγώ δεν πρόκειται να παραδοθώ, είπες. Απόψε κιόλας θα χωριστούμε σε ομάδες και θα σπάσουμε τον κλοιό για να ενωθούμε με τους δικούς μας στο Βαβυλά και αν χρειαστεί θα πουλήσω ακριβά το τομάρι μου».

Στην υπόδειξή μου να εγκαταλείψουμε το οπλοπολυβόλο μπράουνιγκ 30 χιλιοστών, γιατί ήταν βαρύ και θα δυσκόλευε τις κινήσεις μας στα περιβόλια της Λαπήθου, μου απάντησες σε αυστηρό ύφος, «να κάνεις τη δουλειά σου, εγώ θα το κουβαλάω, αυτό θα μας σώσει». Με αυτό το οπλοπολυβόλο σημάδεψες το ελικόπτερο που γυρόφερνε πάνω από τα κεφάλια μας, δίδοντας προφανώς πληροφορίες στον τουρκικό στρατό, για τις κινήσεις μας από τη Λάπηθο προς την Αϊρκώτισσα.

Χωρίσαμε, χαθήκαμε δυστυχώς κοντά στην Αϊρκώτισσα, κάτω από συνθήκες που μόνο όσοι βιώσαμε την κόλαση του πολέμου και της διαπίστωσης της ανοργανωσιάς της δικής μας πλευράς, της ασυνεννοησίας, της εγκατάλειψης, της απομόνωσης και του αισθήματος «ο σώσον εαυτόν σωθήτω» μπορούμε να καταλάβουμε και να εξηγήσουμε. Μαύρα φίδια με ζώσαν αδελφέ μου, όταν στις 11 η ώρα τη νύχτα της 6ης Αυγούστου, στο σπίτι του συγχωρεμένου Χριστόδουλου Ππάη που μάταια προσπαθούσα να κοιμηθώ, άκουσα το κροτάλισμα του οπλοπολυβόλου για μισή ώρα…. Σίγησε όμως απότομα για να μείνει στ΄ αυτιά μου το κακόγουστο πένθιμο κράξιμο της Αυγουστιάτικης κουκουβάγιας.

Στις φυλακές των Αδάνων και της Αμάσιας όπου με κρατούσαν αιχμάλωτο, δεν μπορούσα να κλείσω μάτι… Το κροτάλισμα του οπλοπολυβόλου και το πένθιμο κράξιμο της κουκουβάγιας είχαν γίνει ο μόνιμος εφιάλτης μου. Και ξαφνικά δεν μπορείς να φανταστείς πόση χαρά και ανακούφιση ένοιωσα όταν άκουσα να φωνάζουν το όνομά σου, προκειμένου να παραλάβεις το γράμμα που σου έστειλαν από την Κύπρο. Χοροπηδούσα, φώναζα τσίριζα, «ο αδελφός μου ζει, έλεγα, είναι έστω αιχμάλωτος». Έπεσα όμως από τα σύννεφα που πετούσα, η χαρά έγινε αβάσταχτη λύπη. Ξέσπασα σε λυγμούς όταν τόλμησα και πήρα την επιστολή σου, την τρίτη κατά σειρά φορά που σε φώναζαν, για να διαπιστώσω ότι η χαροκαμένη σύζυγος σου στην απελπισία της έγραφε, «Χαράλαμπε αν ζεις, γράψε μου σε παρακαλώ».

Μια σύζυγος που με την αβάσταχτη πίκρα και τον πόνο του χαμού σου ζούσε καρτερικά με την ελπίδα στο Θεό και προσευχόταν νυχθημερόν  να ζεις και να επιστρέψεις σ’ αυτή και στα παιδιά σας. Με ατσάλινη την καρδιά και κάτω από αντίξοες συνθήκες μεγάλωσε τα παιδιά, προσφέροντας τους ελληνική και χριστιανική αγωγή. Ο Γιώργος και ο Κώστας είναι ολόκληροι άνδρες τώρα, μεγάλωσε η Ελισάβετ, έχουν κάνει τις δικές τους οικογένειες και σου έχουν χαρίσει αξιαγάπητα εγγονάκια. Είναι όλοι εδώ μαζί μας για να σε κατευοδώσουμε, έστω ετεροχρονισμένα, στο αιώνιο ταξίδι σου, στον Κύριο και Δημιουργό μας.  

Λείπουν δυστυχώς οι γονείς μας που πέθαναν με την πίκρα στα χείλη, χωρίς να μάθουν κάτι για την τύχη σου. Όλοι οι άλλοι όμως είμαστε εδώ. Η γυναίκα σου, τα παιδιά σου, τα εγγόνια σου, τα αδέλφια, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι χωριανοί, η πολιτεία, κόμματα, οργανώσεις και σωματεία. Είμαστε δε να ξέρεις περήφανοι για σένα, γιατί έπραξες και με το παραπάνω το καθήκον σου, έστω κι΄ αν ο δικός σου θάνατος, όπως και των άλλων παλικαριών του 256 τάγματος πεζικού, αποτέλεσε θυσία στο βωμό μιας προδομένης πατρίδας.

Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει και Αιωνία η Μνήμη σου.

 

soap2day