Επικήδειος λόγος στο Χαράλαμπο Αλουπό από τον Στέλιο Πρωτοπαπά εκ μέρους της Κοινότητας και του Θ.Ο.Ι. Φιλιάς Εκκλησία Αγίας Παρασκευής Λακατάμια, 16 Οκτωβρίου 1997

Μακαρία η οδός ήν πορεύει σήμερον.
Και ιδού ο νυμφίος εξέρχεται βιαστικός πριν πέσει νύκτα, μ’ άσπρο πουκάμισο καθάριο, λευκοντυμένος άγγελος.

Μια και μισή η ώρα που χαράζει. Και ένας εκλεκτός φεύγει από κοντά μας. Μια και μισή η ώρα που χαράζει και ένα πιστό μέλος του Θ.Ο.Ι. Φιλιάς, που στήριξε με την παρουσία του, με τη συνδρομή του το σωματείο μας στις δύσκολες μέρες της προσφυγιάς, φεύγει από κοντά μας.

Καλό σου ταξίδι αδελφέ. Καλό σου ταξίδι συγχωριανέ. Καλό σου ταξίδι Πάμπο με το γλυκό χαμόγελο και τον καλό το λόγο. Κοιμήσου γαλήνιος στο Φθινοπωρινό δειλινό τ’ Οκτώβρη. Θα σε θυμούμαστε πάντα σαν τα χρυσάνθεμα που ο άνεμος τα πήρε από την αυλή της μάνας του, φύτρωσαν στην προσφυγιά αλλά μαράθηκαν βιαστικά πριν φύγει ακόμα ο Οκτώβρης.

Ήσουν βιαστικός σήμερα. Δεν μας χαιρέτισες. Μας κακοφάνηκε και μας πήρε το κλάμα. Τα πόδια μας λύγισαν σαν ακούσαμε το κακό μαντάτο. Ένα κρυφό δάκρυ κύλησε στα μάγουλα για τον άδικο χαμό σου.

Χαράλαμπε, έμαθες τα νέα; Το χωριό σου η Φιλιά, μετακόμισε σήμερα σ’ αυτή την εκκλησιά. Ήρθαμε όλοι να προσευχηθούμε για σένα. Είμαστε όλοι εδώ. Εμείς που σε ζήσαμε καθημερινά, που παίξαμε στις γειτονιές του χωριού μας, στις αυλές του σχολειού μας. Δεν λείπει κανένας μας. Κι’ οι μεγαλύτεροι που εκτιμούν την οικογένειά σου είναι όλοι εδώ.

Λένε πως ήσουν καλός. Λένε πως ήσουν ωραίος. Εμείς της ηλικίας σου γνωρίσαμε την καλοσύνη σου. Εμείς οι συνομήλικοί σου νιώσαμε την αγάπη σου και την αγωνία σου για τον καθένα, την αισθανθήκαμε. Εμείς οι συνομήλικοί σου γνωρίσαμε την μετριοφροσύνη σου, τα λίγα λόγια, τα μεστά και τα σταράτα. Κι’ η μάνα κλαίει τον καλοσυνάτο γιο που βγήκε απ’ τα σπλάχνα της.

Φεύγεις σήμερα Χαράλαμπε περήφανος και με ψηλά το μέτωπο, γιατί δεν πόνεσες κανένα στο σύντομο πέρασμά σου, δεν έβλαψες και δεν πίκρανες κανένα. Γιατί αγάπησες και αγαπήθηκες από πολλούς. Βραδιάζει. Μια απέραντη ομορφιά απλώνεται γύρω. Γαλήνη διάχυτη στο τοπίο. Είναι η αντανάκλαση της ομορφιάς της ψυχής του ανθρώπου που φεύγει. Είναι η γλυκύτητα, η πραότητα, η καλοσύνη του Χαράλαμπου, το χαμόγελό του που γίνεται Φθινοπωρινό μοιρολόι.

Και ξεχώρισα μέσα στο πλήθος των θλιμμένων τη χαροκαμένη μάνα, τη σύζυγο, τα παιδιά σου, τα’ αδέλφια να κλαιν βουβά και να θυμούνται τα παιδικά τους χρόνια. Τη μορφή του πατέρα σε μια γωνιά να κλαίει βουβά για τον αδικοχαμένο γιο. Το γιο, ψηλό σαν κυπαρίσσι, π’ ανάγιωσε με κόπους, που εναπόθεσε τα δικά του όνειρα να καλλιεργήσει τη γη που προοδευτικά εκείνος έφτιαξε και ετοίμασε για να καρπίσει. Όμως η προσφυγιά τον έριξε μακριά από την πατρίδα για να μπορέσει να επιβιώσει και να αναθρέψει την πολυπληθή οικογένειά του. Κι’ οι συνάδελφοί σου να σε θυμούνται για πάντα, τον πρόθυμο, ακούραστο και ανιδιοτελή στη δουλειά του Χαράλαμπο. Κι’ έμαθαν πολλοί από σένα τον χαρακτηριστικό αφοπλιστικό τρόπο των συναλλαγών σου. Χαράλαμπε, ήρθαμε όλοι οι φίλοι και συγχωριανοί σου, οι συνάδελφοί σου, γιατί εκτιμούσαμε το χαρακτήρα σου.

Χαράλαμπε, δεν κλαίμε γιατί εσύ φεύγεις. Κλαίμε γιατί μένουμε μόνοι μας χωρίς εσένα. Πιο λίγοι, πτωχότεροι. Η Φιλιά πενθεί τους νεκρούς της στην προσφυγιά. Για τα νέα παιδιά που φεύγουν απροσδόκητα όμως συγκλονίζεται συθέμελα και αισθάνεται να χάνεται μέρα με τη μέρα η ελπίδα της επιστροφής. Γιατί οι νέοι είναι εκείνοι που θα ξανακτίσουν το χωριό, οι νέοι είναι που θα έχουν το κουράγιο να καλλιεργήσουν ξανά τη γη; Κι’ αν οι νέοι μας φεύγουν έτσι απροσδόκητα, ποιος θα απομείνει να κρατά τη σημαία της επιστροφής στα πατρογονικά εδάφη. Κι αν οι νέοι σαν το Χαράλαμπο Αλουπό που δούλεψε και αγάπησε τη γη από δέκα χρονών φεύγουν, ποιος άλλος θα νοιαστεί για να ξανακαρπίσει η γη μας;

Μόνο η γλυκάδα της φωνής σου Χαράλαμπε θα μας χαϊδεύει σαν τα χρώματα του ουράνιου τόξου, σαν το χρώμα της κροκάτης αυγής, σαν το πέσιμο των λεμονανθών στην αυλή σου. Στις σκέψεις, στις καρδιές μας θα παραμένει πάντα ο γλυκύς, ο ευγενής, ο πράος, ο καλοσυνάτος γιος του Κώστα Αλουπού. Αυτή είναι η σφραγίδα που αφήνει κι’ αυτή είναι η καλύτερη κληρονομιά στα παιδιά, στη σύζυγο και στα αδέλφια του. Θα νοιώθουν περήφανοι γι’ αυτόν. Η σκιά και το χέρι του θάναι πάντα μαζί τους.

Συχνά πυκνά η θύμηση
Συχνά πυκνά το δάκρυ
Συχνά πυκνά το βλέμμα του
Θα σπρώχνουν την ζωή σας.

Πέντε η ώρα που βραδιάζει. Αντίο φίλε με το ανάλαφρο μειδίαμα κάτω από το πυκνό μουστάκι. Πέντε η ώρα που βραδιάζει. Αντίο κυπαρίσσι λυγερόκορμο της Φιλιάς γέννημα και καμάρι. Πέντε η ώρα που βραδιάζει. Και τα κυπαρίσσια δεν πεθαίνουν. Μένουν στητά και ευλογούν τα ουράνια. Είμαστε σίγουροι πως θα σε δούμε να φυτρώνεις ψηλό κυπαρίσσι στο έμπα του χωριού, στο σπίτι του Κώστα του Αλουπού, να μας περιμένεις να γυρίσουμε μια μέρα στα χώματα που και συ αγάπησες τόσο πολύ. Πέντε η ώρα και βραδιάζει. Νάσαι εκεί, αγαπημένε μας φίλε, συγχωριανέ.

Αιωνία η Μνήμη σου.

 

soap2day